Τσικνοπέμπτη σήμερα μια Πέμπτη διαφορετική από τις άλλες,που γιορτάζει, που χαίρεται και που διασκεδάζει.Ευκαιρία να θυμηθούμε τι κάναμε στο νησί μας ,τα πιό παλιά χρόνια.Ως γνωστόν δεν έχουμε στον Πόρο καθαρά ατόφια Ποριώτικα έθιμα αλλά κάτι από Πελοπόννησο κάτι από Μικρά Ασία και λίγα από Κρήτη.Αυτά τα έφεραν στο νησί μας όσοι Ποριώτες έλκουν την καταγωγή τους από αυτά τα μέρη,και τα ενσωμάτωσαν στα ήδη υπάρχοντα. 
Την Τσικνοπέμπτη λοιπόν η γιορτή συνήθως άρχιζε από το μεσημέρι γιατί η μέρα είναι εργάσιμη, τα παιδιά έχουν σχολεία και η επόμενη μέρα δεν είναι αργία.Ετσι τα παιδιά ντυνόντουσαν Μασκαράδες και κόβαν βόλτες στην παραλία τραγουδωντας τραγούδια αποκριάτικα, νωρίς το απόγευμα και παρέδιδαν την σκυτάλη στους μεγάλους και τότε άρχιζε το γλέντι.
Γινόντουσαν μεγάλες παρέες από αυτοσχέδιους μασκαράδες τόσο πετυχημένους,που πέρναγε πολλές φορές όλη η βραδιά χωρίς να μπορέσει κανείς να τους αναγνωρίσει και αυτοί κρατούσαν γερά την ανωνυμία τους.Πιασμένοι αγκαζέ περνούσαν από τα στενά να πάνε στα φιλικά τους σπίτια για το γλέντι, την κρασοκατάνυξη και τα ατέλειωτα πειράγματα.
Τύχαινε πολλές φορές να ανταμώσουν δυό παρέες στον δρόμο ή και πιό πολλοί και γινόντουσαν μιά παρέα που στήναν χορό στο λεπτό και μετά φεύγαν μπουλούκι όλοι μαζί για να πάνε σε κάποιο σπίτι να το γιορτάσουνε 
Στα σπίτια υπήρχε αρκετό φαγητό για μεζέδες αλλά πιό πολύ από τα ψητά μπριζολάκια στά κάρβουνα επικρατούσε να τά τηγανίζουνε καθώς και τις σηκωταριές ή τα λουκάνικα.Στα χρόνια των 50-60 λίγοι μπορούσαν να ψήσουν στα μαγγάλια φυσικά,γιατί το κρέας ήταν ακριβό και η φτώχεια μεγάλη.Ως τόσο μύριζε η τσίκνα από το λίπος που καιγότανε στα κάρβουνα ή που τσιτσιριζότανε στο τηγάνι,σπονδή στην Τσικνοπέμπτη, που πνιγμένη ανάμεσα στις αναμάρτητες νηστίσιμες Τετάρτη και Παρασκευή έπαιρνε το αίμα της πίσω.
Από το 60 και μετά ο κόσμος άρχισε να πηγαίνει και στις ταβέρνες για να γιορτάσει την Τσικνοπέμπτη μια και πλέον οι γυναίκες είχαν χειραφετηθεί είχαν αρχίσει να βγαίνουν οικογενειακά όπως λέμε.Γιατί πιό πριν οι ταβέρνες ήταν μόνο χώρος κατάλληλος να πιεις και μόνο και πηγαίναν μόνο άνδρες και οι γυναίκες μένανε πίσω στα σπίτια.
Στα σπίτια λοιπόν μπαίνανε τραγουδώντας " Τούτες οι μέρες τόχουνε τούτες οι δυο βδομάδες...."και στήναν χορούς κυκλωτικούς παρεήστικους ενώ χορεύαν όλοι μαζί πιασμένοι χέρι χέρι,στους ήχους των αποκριάτικων τραγουδιών που τραγουδούσαν οι ίδιοι και όσο πέρναγε η ώρα τόσο πιό πειρακτικά γινόντουσαν ,όλο και πιό αθυρόστομα."Πως το τρίβουν το πιπέρι", "Ανέβηκα στην πιπεριά", ¨"Ο γάμος του γέρου" κλπ...
Τα ξημερώματα πολλές φορές τέλειωνε το γλέντι και οι φωνές και τα γέλια ακουγόντουσαν σ΄όλες τις γειτονιές καθώς υπήρχε η ησυχία της νύχτας.Και έτσι άκουγες από δώ κι από κεί όπου τέλειωναν κι ετοιμαζόντουσαν να φύγουν να τραγουδούν
Σε του καλέ μου σε τούτο σπίτι πούρθαμε
σε τούτο σπίτι πούρθαμε πέτρα να μην ραγίσει 
κι ο νοι καλέ μου κι ο νοικοκύρης του σπιτιού
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει
Εμείς καλέ μου εμείς δεν ήρθαμε εδώ
εμείς δεν ήρθαμε εδώ να φάμε και να πιούμε
μονό καλέ μονό σας αγαπάγαμε
μόνο σας αγαπάγαμε κι ήρθαμε να σας δούμε...............
Χρόνια σας Πολλά.


Comments are closed.